Γιατί γκρινιάζω;

2020-06-04

Η γκρίνια είναι ένας τρόπος επικοινωνίας, συνήθως αναποτελεσματικός και κουραστικός, αλλά σε κάθε περίπτωση τρόπος επικοινωνίας. Γιατί μπορεί να γκρινιάζουμε τελικά;

  • Το είδαμε, το μάθαμε, το κάνουμε: Είναι πολύ συνηθισμένο να αναπαράγουμε συμπεριφορές από άτομα της οικογένειας ή αγαπημένα πρόσωπα. Όταν μάθουμε ότι μία συμπεριφορά είναι αποδεκτή ή έστω συχνή στο περιβάλλον μας, είναι πολύ εύκολο να πέσουμε στην παγίδα της μίμησης. Δεν έχει σημασία αν είναι καλή ή κακή, αποτελεσματική ή όχι. Σημασία έχει ότι είναι μια συμπεριφορά μας φαίνεται οικεία και μας δίνει την αίσθηση ή καλύτερα την ψευδαίσθηση της ασφάλειας.
  • Το κάναμε, πετύχαμε και το ξανακάνουμε: Κάτι που λειτούργησε την πρώτη φορά, φαίνεται μάλλον αποδοτικό, οπότε γιατί να μην το δοκιμάσουμε ξανά; Όταν δεν μπαίνουμε στη διαδικασία να αναλύσουμε τα υπέρ και τα κατά μιας συμπεριφοράς μας, είναι πολύ πιθανό να διατηρήσουμε την αρχική αίσθηση που είχαμε, όταν αυτή η συμπεριφορά λειτούργησε υπέρ μας.
  • Ξεπεράσαμε τα όρια, χωρίς να το καταλάβουμε: Κάποιες φορές μια μικρή δόση γκρίνιας μπορεί να είναι χαριτωμένη. Το δύσκολο είναι να καταλάβουμε πότε το χαριτωμένο γίνεται ενοχλητικό και να μπορέσουμε να σταματήσουμε τελικά μια συμπεριφορά που γίνεται συνήθεια.
  • Δεν βρίσκουμε τα κατάλληλα λόγια: Πολλές φορές αυτό που εκλαμβάνουν οι άλλοι ως γκρίνια είναι ο δικός μας λάθος τρόπος να εκφράσουμε σημαντικά ζητήματα που μας απασχολούν. Μπορούμε εύκολα να χάσουμε το δίκιο μας και να κατηγορηθούμε για γκρίνια, όταν πλατιάζουμε, επαναλαμβάνουμε τα ίδια και τα ίδια, ξεφεύγουμε στον τόνο ή σπαταλάμε πολύ χρόνο για να πούμε κάτι απλό που μας ενοχλεί. Εάν σκεφτούμε ότι τα 3 πρώτα λεπτά μιας συζήτησης είναι σημαντικά για την εξέλιξή της, είναι μάλλον πολύ εύκολο να ξεφύγουμε με τις μεγάλες εισαγωγές.
  • Δεν ξέρουμε τι μας ενοχλεί: Είναι μάλλον απίθανο να βρει ένας άλλος τη λύση σε ένα πρόβλημα δικό μας, το οποίο μάλιστα δεν έχουμε καταλάβει καν με τι έχει να κάνει. Συνήθως, όταν τα λεγόμενά μας δεν έχουν νόημα και συνοχή, ο συνομιλητής μας δεν μπορεί να μας παρακολουθήσει, ούτε φυσικά να μας βοηθήσει και εμείς καταλήγουμε απλώς να γκρινιάζουμε, χωρίς λόγο.
  • Είμαστε κουρασμένοι: Η κούραση είναι ένα βασικό συστατικό της γκρίνιας. Το καλό είναι ότι μπορούμε εύκολα να αποφύγουμε τη «γκρίνια της κούρασης», εάν δώσουμε λίγο χρόνο στον εαυτό μας και αναγνωρίσουμε την ανάγκη μας για ξεκούραση πριν μπούμε στη διαδικασία να συζητήσουμε με κάποιον.
  • Δεν περνάμε καλά ή είμαστε σε μια συνθήκη που δεν μας ικανοποιεί: Δεν είναι ευθύνη του άλλου να μας «προστατέψει» ή να βρει λύση στην πλήξη μας. Η γκρίνια που πηγάζει από ανασφάλεια, την μονοτονία και το έντονο στρες, απαιτεί πρωτίστως τη δική μας δράση.
  • Μάθαμε ότι αυτό μας χαρακτηρίζει: Κάποιες φορές συνεχίζουμε τη γκρίνια, απλώς γιατί μας έχει δοθεί «ο ρόλος» του γκρινιάρη ή της γκρινιάρας. Ακόμα κι αν είναι ένα χαρακτηριστικό που δεν μας αρέσει, όταν το έχουμε αποδεχτεί σαν δικό μας προσωπικό γνώρισμα, είναι δύσκολο να πάψουμε να το συντηρούμε, ακόμα κι αν τελικά μας δυσκολεύει.

Όταν αισθανθούμε ότι ξεκινάμε τη γκρίνια ή όταν κάποιος μας το επισημαίνει είναι χρήσιμο να αναρωτηθούμε τι μπορεί να σημαίνει για εμάς αυτό που λέμε και να σκεφτούμε γιατί μπορεί να συντηρούμε αυτή τη συμπεριφορά. Όταν αναγνωρίσουμε σε τι μας εξυπηρετεί αυτό το γνώρισμά μας, είναι πιο εύκολο να το διορθώσουμε ή τουλάχιστον να οδηγηθούμε σιγά σιγά σε πιο αποτελεσματικούς τρόπους επικοινωνίας.